Αρχιεπισκοπή Αχρίδος ή Αρχιεπισκοπή Σκοπίων;
Ο Αρχιεπίσκοπος Στέφανος
Δρ. Αναστάσιος Βαβούσκος
Δικηγόρος
Άρχων Ασηκρήτης της Μ.τ.Χ.Ε.
Στις 9 Μαΐου 2022 η Αγία και Ιερά Σύνοδος του Οικουμενικού Πατριαρχείου, αποδεχόμενη το ασκηθέν από την σχισματική «Μακεδονική Εκκλησία» έκκλητο:
- Αποφάσισε την άρση του σχίσματος, που διατηρούσε την «Μακεδονική Εκκλησία» εκτός των κόλπων της Ορθόδοξης Εκκλησίας.
- Αναγνώρισε την αρμοδιότητα της Ιεράς Συνόδου του Πατριαρχείου Σερβίας για τον καθορισμό του πλαισίου τών μεταξύ των διοικητικής φύσεως σχέσεων, τηρουμένων της ιεροκανονικής τάξεως και της εκκλησιαστικής παραδόσεως.
- Αναγνώρισε και αυτό είναι το σημαντικότερο:
α) ως όνομα της εκκλησιαστικής περιφέρειας το όνομα «Αχρίδος» και
β) ως γεωγραφικά όρια τα αντίστοιχα όρια του γειτονικού Κράτους της Δημοκρατίας της Βόρειας Μακεδονίας.
Η απόφαση αυτή, σε συνδυασμό με τα άρθρα 7 πργφ. 1 και 3 της Συμφωνίας των Πρεσπών, εκ των οποίων προκύπτει, ότι το κράτος της Δημοκρατίας της Βόρειας Μακεδονίας υποχρεούται, όταν χρησιμοποιεί τους όρους «Μακεδονία» και «Μακεδόνας», να τους συνδέει αποκλειστικώς και μόνο:
α) με την δική του γλώσσα, δηλαδή την επίσημη γλώσσα του κράτους.
β) την δική του επικράτεια, δηλαδή τα γεωγραφικά όρια του, όπως αυτά έχουν καθορισθεί και αναγνωρίζονται διεθνώς.
γ) τον δικό του πληθυσμό, δηλαδή τους πολίτες – κατοίκους του κράτους του.
δ) την δική του ιστορική και πολιτιστική κληρονομιά, η οποία το νωρίτερο που μπορεί να υποτεθεί, ότι εμφανίσθηκε, είναι με την ίδρυση της Σοσιαλιστικής Δημοκρατίας της Μακεδονίας το 1944,
μας οδήγησε στο συμπέρασμα, ότι το Οικουμενικό Πατριαρχείο επέλυσε το ζήτημα με τον καλύτερο δυνατό τρόπο. Και τούτο, διότι αποσόβησε τον κίνδυνο πιθανής παραβιάσεως της Συμφωνίας των Πρεσπών, μέσω την προσδόσεως στην επανεντασσόμενη εκκλησιαστική περιφέρεια ονόματος, το οποίο πιθανόν θα περιείχε τους όρους «Μακεδονία» ή «Μακεδονικός» και θα δημιουργούσε έτσι παρεπόμενα προβλήματα, εκκλησιαστικά και πολιτικά.
Είναι όμως έτσι τελικώς τα πράγματα; Δυστυχώς, όχι.
Η επανενταχθείσα στο Πατριαρχείο Σερβίας εκκλησία του γειτονικού κράτους κινήθηκε προς δύο παράλληλους άξονες. Από την μία πλευρά, με δηλώσεις του επικεφαλής αυτής Μακαριωτάτου Αρχιεπισκόπου Στεφάνου διαβεβαίωνε σύμπαντα τον ορθόδοξο κόσμο, ότι αποδέχεται την επωνυμία, που καθόρισε η Αγία και Ιερά Σύνοδος του Οικουμενικού Πατριαρχείου, δηλαδή Αρχιεπισκοπή Αχρίδος. Από την άλλη πλευρά, με συγκεκριμένες πράξεις του αμφισβήτησε πλήρως και σαφώς την απόφαση του Οικουμενικού Πατριαρχείου, με κυρίαρχη όλων την αποδοχή ενός «Τόμου» παραχωρήσεως αυτοκεφάλου καθεστώτος της εκκλησίας του, ο οποίος όμως «Τόμος» εκδόθηκε από την Ιερά Σύνοδο του Πατριαρχείου Σερβίας και όχι από το Οικουμενικό Πατριαρχείο.
Το κείμενο του «Τόμου» έχει ως εξής (η μετάφραση στην ελληνική γλώσσα έγινε από τον γράφοντα από την αγγλική απόδοση του κειμένου, η οποία δημοσιεύθηκε σε https://orthochristian.com/146559.html):
«Πορφύριος, διά της χάριτος Θεού, Αρχιεπίσκοπος Πεκίου, Μητροπολίτης Βελιγραδίου και Καρλόβατς και Σέρβος Πατριάρχης, μετά των αγίων ιεραρχών της Ιεράς Συνόδου της Σερβικής Ορθόδοξης Εκκλησίας, χορηγεί στον Μακαριώτατο Αρχιεπίσκοπο Οχρίδας και Μακεδονίας Στέφανο, σύμφωνα με ιερά και αγία και καθιερωμένη κανονική τάξη της Ἀγιωτάτης Ορθοδόξου του Χριστού Εκκλησίας και ειδικότερα σύμφωνα με τον 34ο Κανόνα των Αγίων Αποστόλων και βάσει της Αποφάσεως 55.65 του Ιερού Συμβουλίου των Επισκόπων της Σερβικής Ορθόδοξης Εκκλησίας της 7ης Μαΐου του τρέχοντος έτους, που αποδέχεται το αίτημα της Ιεράς Συνόδου των Ιεραρχών της Μακεδονικής Ορθόδοξης Εκκλησίας-Αρχιεπισκοπής Οχρίδος, (απόφαση αρ. 65 της 18ης Μαΐου του τρέχοντος έτους) και στην Εκκλησία στην οποία αναφέρεται, αυτόνομη εντός του Σερβικού Πατριαρχείου, το κανονικό καθεστώς της αυτοκέφαλης Ορθόδοξης Εκκλησίας, ευλογώντας, παραχωρώντας και αναγνωρίζοντας το αιτηθέν κανονικό καθεστώς της αυτοκέφαλης Ορθόδοξης Εκκλησίας, με τη Σύνοδο να αναθέτει στο Ιερό Συμβούλιο των Επισκόπων της Σερβικής Ορθόδοξης Εκκλησίας την επίλυση των απαραίτητων τεχνικών και οργανωτικών ζητημάτων, μετά τα οποία ο Σέρβος Πατριάρχης θα ανακοινώσει επισήμως και δημοσίως την ανωτέρω Συνοδική Απόφαση, θα υπογράψει τον αντίστοιχο Τόμο και θα τον υποβάλει σε όλες τις αδελφές αυτοκέφαλες Εκκλησίες προς αποδοχή, διότι η Σερβική Ορθόδοξη Εκκλησία δεν είναι ο μόνος παράγοντας για την αυτοκεφαλία, αλλά μάλλον το σύνολο της Ορθόδοξης Εκκλησίας, γι' αυτό είναι απαραίτητη η αποδοχή άλλων Ορθοδόξων Εκκλησιών.
Και λαμβάνοντας υπόψιν τις νέες εκκλησιαστικο-ιστορικές και λοιπές περιστάσεις και με πρωταρχικό στόχο να απολαμβάνει ο χριστεπώνυμος λαός του Θεού το μεγαλύτερο πνευματικό όφελος και πρόοδο της οδού της σωτηρίας, καθώς και την ακώλυτη διαχείριση των εκκλησιαστικών υποθέσεων ηθελημένως, κανονικώς και ευσεβώς, η αγία μας Σερβική Ορθόδοξη Εκκλησία μας, ως κληρονόμος του αρχαίου και ενδόξου Πατριαρχείου Πεκίου, ευλογεί συνοδικώς, εγκρίνει, παραχωρεί και αναγνωρίζει το αυτοκέφαλο καθεστώς της Εκκλησίας του Θεού στη Δημοκρατία της Βόρειας Μακεδονίας, που σήμερα ονομάζεται Μακεδονική Ορθόδοξη Εκκλησία, η οποία είναι διάδοχος της αρχαίας και ένδοξης Αρχιεπισκοπής της Οχρίδος, και λόγω της οποίας ο τίτλος της περιλαμβάνει το τιμητικό όνομα αυτής και η οποία καλύπτει τον κανονικό χώρο της προηγούμενης και ονομαζόμενης αυτόνομης Εκκλησίας του Σερβικού Πατριαρχείου μας του 1959.
Η αυτοκεφαλία της νέας αδελφής Εκκλησίας είναι πλήρης αυτοκεφαλία, πράγμα που σημαίνει ότι η Σερβική Ορθόδοξη Εκκλησία δεν την θέτει υπό όρους που περιορίζουν την κανονική δικαιοδοσία της και την ποιμαντική μέριμνα για τον πιστό Ορθόδοξο λαό της στην πατρίδα και στη διασπορά.
Ταυτοχρόνως, η Σερβική Ορθόδοξη Εκκλησία συνιστά θερμώς στον Μακαριώτατο προκαθήμενο και την Ιερά Σύνοδο της νέας αδελφής αυτοκέφαλης Εκκλησίας να επιλύσουν το ζήτημα της επίσημης ονομασίας της μέσω αδελφικού διαλόγου με την ελληνόφωνη και άλλες Τοπικές Ορθόδοξες Εκκλησίες.
Οι ιεροί ναοί και τα μοναστήρια, ιδιαιτέρως οι σπουδαίοι ιεροί τόποι της περιόδου Νεμάνια και της πιο πρόσφατης σερβικής παρουσίας, οι εκκλησιαστικές κατασκευές και η πολιτιστική δημιουργία, στο έδαφος της σημερινής Βόρειας Μακεδονίας, καθώς και ολόκληρη η κινητή και ακίνητη περιουσία της Σερβικής Ορθόδοξης Εκκλησίας εντός των συνόρων της παραχωρούνται στη χρήση της νέας αδελφής αυτοκέφαλης Εκκλησίας.
Προς απόδειξη, επιβεβαίωση και διαρκή μαρτυρία όλων όσων ούτως κανονικώς τακτοποιούνται και καθορίζονται, στον Μακαριώτατο Αρχιεπίσκοπο Οχρίδος και Μακεδονίας Στέφανο, τον αγαπητό μας αδελφό εν Κυρίω Ιησού Χριστώ και συλλειτουργό της ημών Μετριότητος, με όλους τους αιδεσιμωτάτους, Σεβασμιωτάτους και θεοφιλεστάτους ιεράρχες εναγκαλιζομένους αυτόν, τους αγαπητούς μας εν Πνεύματι αδελφούς και συλλειτουργούς, εκδίδουμε αυτόν τον Πατριαρχικό και Συνοδικό μας Τόμο, του οποίου το πρωτότυπο, αληθινό και αβλαβές διατηρείται στο ιερό μας Πατριαρχείο.
Προσευχόμαστε στον Θεό - για τη χάρη Του, που μας κάλεσε στην αιώνια δόξα Του, μέσω του Χριστού Ιησού του Κυρίου μας, με τη χάρη του Αγίου Πνεύματος και την προσευχητική μεσιτεία της Αγίας Του Εκκλησίας, να δώσει στη μικρότερη αδελφή μας και στην αυτοκέφαλη Εκκλησία κάθε ευλογία, κάθε καλό πνευματικό καρπό στον άρρηκτο δεσμό αγάπης και ενότητας με τη Σερβική Ορθόδοξη Εκκλησία και με όλες τις Ἀγιες Τοπικές Ορθόδοξες Εκκλησίες σε όλο τον κόσμο. Σ' Αυτόν είναι η δόξα, η τιμή, η δύναμη και η λατρεία, πάντα δοξασμένες στην Τριάδα, στους αιώνες των αιώνων. Αμήν.
Σε αυτόν, πάντα δοξασμένος στην Τριάδα, ας είναι δόξα, τιμή, δύναμη και προσκύνηση στους αιώνας των αιώνων. Αμήν.
Στο Πατριαρχείο Σερβίας στο Βελιγράδι, την Κυριακή των Αγίων Πατέρων της Α' Οικουμενικής Συνόδου,
23 Μαΐου/5 Ιουνίου, το 2022 έτος Κυρίου
Αρχιεπίσκοπος Πεκίου, Μητροπολίτης Βελιγραδίου και Καρλοβιτσίου, και Σέρβος Πατριάρχης, Πορφύριος, Πρόεδρος του Ιερού Επισκοπικού Συμβουλίου της Σερβικής Ορθόδοξης Εκκλησίας».
Κατόπιν και αυτής της εξελίξεως, το ερώτημα που τίθεται είναι το εξής:
Τι μέλλει γενέσθαι από εδώ και πέρα; Και η απάντησή μου θα είναι: Πολλά και ενδιαφέροντα.
Καταρχήν, θα πρέπει να ξεκαθαρίσουμε, ότι ο «Τόμος», που εξέδωσε το Πατριαρχείο Σερβίας, είναι ανυπόστατος και συνεπώς δεν επιφέρει κανονικές συνέπειες. Και τούτο, διότι – ας μου επιτραπεί η έκφραση - και οι πέτρες γνωρίζουν, ότι η παραχώρηση αυτοκεφάλου καθεστώτος είναι - μέχρι και σήμερα που μιλάμε – αποκλειστική αρμοδιότητα του Οικουμενικού Πατριάρχη και της περί Αυτόν Αγίας και Ιεράς Συνόδου του Οικουμενικού Πατριαρχείου. Η αρμοδιότητα δε αυτή, όπως έχω επανειλημμένως πει, επειδή ακολουθείται κατ’ ομοιόμορφο τρόπο και επί μακρόν, συνιστά έθιμο, το οποίο κατά τον 91ο κανόνα του Μεγάλου Βασιλείου είναι ισόκυρο με ιερό κανόνα. Συνεπώς, όποιο συνοδικό όργανο οποιασδήποτε Εκκλησίας πράττει αντιθέτως προς τα παραπάνω, αντιποιείται την κανονική δικαιοδοσία και αρμοδιότητα της Αγίας και Ιεράς Συνόδου του Οικουμενικού Πατριαρχείου, η οποία ως αποκλειστική δεν έχει και συγκεκριμένα γεωγραφικά όρια, εκτεινομένη γεωγραφικώς επί όλου του Ορθοδόξου κόσμου. Τούτο, περαιτέρω, το χαρακτηριστικό ενισχύει την άποψη, ότι η αντιποίηση της αρμοδιότητας περί παραχωρήσεως αυτοκεφάλου καθεστώτος συνιστά ζήτημα μείζονος ενδιαφέροντος, ως αφορών την κανονική ευταξία επί της εν γένει Ορθόδοξης Εκκλησίας και την ενότητα της, με αποτέλεσμα η καταδίκη της παραβατικής αυτής συμπεριφοράς να συνιστά αδιαμφισβήτητη υποχρέωση όλων των Αυτοκεφάλων Εκκλησιών, είτε μεμονωμένως είτε στα πλαίσια μίας Συνόδου Προκαθημένων.
Σε αντίθετη περίπτωση, την οποία εγώ θεωρώ κανονικώς απίθανη αλλά εκκλησιαστικο-πολιτικώς ακραίως πιθανή, εγκαινιάζεται η αθρόον και αυτοβούλως έκδοση Τόμων αυτοκεφάλου καθεστώτος από κάθε Ορθόδοξη Εκκλησία για οποιαδήποτε επαρχία εκάστης εξ αυτών. Τούτο, κατ’ ελάχιστον θα σήμαινε έκδοση Τόμων χωρίς ενιαία δομή και ταυτόσημο διατακτικό, κατά μέγιστον, δε, πλήρη διάλυση της ενότητας της Ορθόδοξης Εκκλησίας.
Μία τέτοια σαφή ένδειξη αποτελεί και ο «Τόμος» περί παραχωρήσεως αυτοκεφάλου καθεστώτος στην Εκκλησία του κράτους της Βόρειας Μακεδονίας. Ειδικότερα:
Ανεξαρτήτως της αντιρρητικής στάσεως – αλλά αντικανονικής πάντως – της πλειοψηφίας των Ορθοδόξων Αυτοκεφάλων Εκκλησιών έναντι του αυτοκεφάλου της Ουκρανικής Εκκλησίας, όλες θα εδέχοντο, ότι μέχρι σήμερα το Οικουμενικό Πατριαρχείο άσκησε την συγκεκριμένη αρμοδιότητα με κανονική συνέπεια, με σεβασμό στην κανονική Παράδοση και με μοναδική εκκλησιαστική ευπρέπεια, σοβαρότητα και σωφροσύνη.
Ας αναλύσουμε, τώρα, την ατυχή προσπάθεια του Πατριαρχείου Σερβίας να ασκήσει – έστω και αντικανονικώς – την αρμοδιότητα αυτή.
- Πρώτο σφάλμα
Ενώ στην αρχή του κειμένου του «Τόμου» σαφώς δηλώνεται η χορήγηση αυτοκεφάλου καθεστώτος προς την «αιτούσα Εκκλησία» («Πορφύριος, διά της χάριτος Θεού, Αρχιεπίσκοπος Πεκίου, Μητροπολίτης Βελιγραδίου και Καρλόβατς και Σέρβος Πατριάρχης, μετά των αγίων ιεραρχών της Ιεράς Συνόδου της Σερβικής Ορθόδοξης Εκκλησίας, χορηγεί στον Μακαριώτατο Αρχιεπίσκοπο Οχρίδας και Μακεδονίας Στέφανο,……, το κανονικό καθεστώς της αυτοκέφαλης Ορθόδοξης Εκκλησίας,…»), στη συνέχεια τίθεται ως απαραίτητη προϋπόθεση η επίλυση των τεχνικών και οργανωτικών θεμάτων, προκειμένου μετά να ανακοινωθεί η παραχώρηση του αυτοκεφάλου καθεστώτος, να υπογραφεί ο «Τόμος» και να υποβληθεί προς αποδοχή στις αδελφές Εκκλησίες («με τη Σύνοδο να αναθέτει στο Ιερό Συμβούλιο των Επισκόπων της Σερβικής Ορθόδοξης Εκκλησίας την επίλυση των απαραίτητων τεχνικών και οργανωτικών ζητημάτων, μετά τα οποία ο Σέρβος Πατριάρχης θα ανακοινώσει επισήμως και δημοσίως την ανωτέρω Συνοδική Απόφαση, θα υπογράψει τον αντίστοιχο Τόμο και θα τον υποβάλει σε όλες τις αδελφές αυτοκέφαλες Εκκλησίες προς αποδοχή»). Όπως, όμως, προκύπτει, η επίλυση των ζητημάτων δεν έχει γίνει, αφού αυτή τίθεται ως προϋπόθεση το πρώτον με τον «Τόμο» αυτόν. Άρα, πώς αυτός το «Τόμος» υπογράφηκε από τον Πατριάρχη Σερβίας και επιδόθηκε στον Αρχιεπίσκοπο Στέφανο, αφού δεν προκύπτει η προηγούμενη επίλυση των προαναφερθέντων τεχνικών και οργανωτικών ζητημάτων;
Μήπως τελικά είναι ένας «Πρό-Τόμος» αυτοκεφάλου; Αλλά, αν είναι έτσι, τότε, πώς παρακάτω δηλώνεται σαφώς και κατηγορηματικώς, ότι η Σερβική Εκκλησία εγκρίνει, παραχωρεί και αναγνωρίζει το αυτοκέφαλο καθεστώς της Εκκλησίας της Βόρειας Μακεδονίας; («…ευλογεί συνοδικώς, εγκρίνει, παραχωρεί και αναγνωρίζει το αυτοκέφαλο καθεστώς της Εκκλησίας του Θεού στη Δημοκρατία της Βόρειας Μακεδονίας,…»). Όπως επίσης, πώς δηλώνεται, ότι το αυτοκέφαλο της νέας Εκκλησίας είναι πλήρες («Η αυτοκεφαλία της νέας αδελφής Εκκλησίας είναι πλήρης αυτοκεφαλία»).
Και, εάν τελικώς δεν λυθούν τα τεχνικά και οργανωτικά ζητήματα, ποια η τύχη του παραχωρηθέντος αυτοκεφάλου καθεστώτος και ποια η ισχύς του «Τόμου»;
Βλέπετε, λοιπόν, ότι ο ίδιος ο «Τόμος» από μόνος του δημιουργεί κανονικό χάος και επί της ουσίας του περιεχομένου, όχι μόνο επί της διαδικασίας εκδόσεώς του.
- Δεύτερο σφάλμα
Προκειμένου να θεμελωθεί κανονικώς την αποκοπή της εκκλησιαστικής περιφέρειας των γειτονικού κράτους από την κανονική δικαιοδοσία του, επελέγη ο 34ος κανόναε των Αποστόλων. Ο συγκεκριμένος όμως κανόνας καθορίζει τις εξουσίες των επισκόπων ως προς την άσκηση των διοικητικών καθηκόντων τους. Ως, δε, άσκηση διοικήσεως νοείται καταρχήν και κυρίως η διατήρηση και ενίσχυση της συνοχής της επαρχίας τόσο από πλευράς γεωγραφικής όσο και από πλευράς δογματικής και ενότητας του πληρώματος, όχι η διάσπασή της. Συνεπώς, η επίκληση μόνον του συγκεκριμένου κανόνα, χωρίς συνδυαστική αναφορά και με άλλες κανονικές διατάξεις, που προβλέπουν την δυνατότητα διασπάσεως μιάς εκκλησιαστικής περιφέρειας, δεν δύναται να θεμελιώσει παραχώρηση αυτοκεφάλου καθεστώτος.
- Τρίτο σφάλμα
Το αυτοκέφαλο της «Μακεδονικής Εκκλησίας» χορηγείται όχι μόνο στην τοπική εκκλησία αλλά και στον Αρχιεπίσκοπο Στέφανο («…χορηγεί στον Μακαριώτατο Αρχιεπίσκοπο Οχρίδας και Μακεδονίας Στέφανο, ……, και στην Εκκλησία στην οποία αναφέρεται, αυτόνομη εντός του Σερβικού Πατριαρχείου, το κανονικό καθεστώς της αυτοκέφαλης Ορθόδοξης Εκκλησίας»). Πρώτη φορά χορηγείται αυτοκέφαλο καθεστώς προσωπικώς σε Επίσκοπο!!
- Τέταρτο σφάλμα
Δεν καθορίζονται, ενώ θα έπρεπε, στον «Τόμο»:
α) το όνομα της νέας Εκκλησίας. Η μόνη αναφορά αφορά σε έναν μάλλον έμμεσο καθορισμό του ονόματος, από τον οποίο μπορεί κανείς να υποθέσει, ποιο είναι το όνομα της νέας Εκκλησίας. Η αναφορά αυτής είναι η εξής: «…ευλογεί συνοδικώς, εγκρίνει, παραχωρεί και αναγνωρίζει το αυτοκέφαλο καθεστώς της Εκκλησίας του Θεού στη Δημοκρατία της Βόρειας Μακεδονίας, που σήμερα ονομάζεται Μακεδονική Ορθόδοξη Εκκλησία, η οποία είναι διάδοχος της αρχαίας και ένδοξης Αρχιεπισκοπής της Οχρίδος, και λόγω της οποίας ο τίτλος της περιλαμβάνει το τιμητικό όνομα αυτής». Ουδείς δύναται να καταλάβει, ποια είναι η επίσημη ονομασία της Εκκλησίας αυτής, πολλώ δε μάλλον, όταν σαφώς υπονοείται, ότι ο τίτλος δεν είναι μόνον «Αρχιεπισκοπή Οχρίδος», διότι κατά τον «Τόμο» ο τίτλος περιλαμβάνει και το όνομα αυτό. Άρα, ο τίτλος της νέας Εκκλησίας περιλαμβάνει και τις λέξεις «Αρχιεπισκοπή Οχρίδος», όχι μόνον αυτές.
Όλα, όμως, αυτά ανατρέπονται από την μεθεπόμενη παράγραφο του «Τόμου», όπου διατυπώνεται η σύσταση στον Αρχιεπίσκοπο Στέφανο και στην Ιερά Σύνοδο αυτής, να επιλύσουν το θέμα της επίσημης ονομασίας με αδελφικό διάλογο με την Εκκλησία της Ελλάδος και τις άλλες τοπικές Εκκλησίες («Ταυτοχρόνως, η Σερβική Ορθόδοξη Εκκλησία συνιστά θερμώς στον Μακαριώτατο προκαθήμενο και την Ιερά Σύνοδο της νέας αδελφής αυτοκέφαλης Εκκλησίας να επιλύσουν το ζήτημα της επίσημης ονομασίας της μέσω αδελφικού διαλόγου με την ελληνόφωνη και άλλες Τοπικές Ορθόδοξες Εκκλησίες»). Συνεπώς, έχουμε αυτοκέφαλη εκκλησία χωρίς όνομα. Αυτό και αν είναι κανονικώς πρωτάκουστο!!
Και το χειρότερο είναι, ότι με την σύσταση αυτή, το Πατριαρχείο Σερβίας αποποιείται την θεμελιώδη ευθύνη της Αρχής, που εκδίδει Τόμο περί αυτοκεφάλου, δηλαδή να καθορίσει αυτή (η Αρχή) το όνομα της νέας Εκκλησίας.
- Πέμπτο σφάλμα
Δεν καθορίζεται το σύστημα διοικήσεως, δηλαδή το συνοδικό σύστημα και η σύνθεση του οργάνου διοικήσεως, δηλαδή της Ιεράς Συνόδου της νέας Εκκλησίας.
- Έκτο σφάλμα
Δεν καθορίζονται οι τρόποι διατηρήσεως της ενότητας μεταξύ της νέας Εκκλησίας και των υπολοίπων Αυτοκεφάλων Εκκλησιών, όπως π.χ. η λήψη του Αγίου Μύρου από το Οικουμενικό Πατριαρχείο.
- Έβδομο σφάλμα
Η Σερβική Εκκλησία δηλώνει, ότι με τον «Τόμο» δεν θέτει περιορισμούς στην κανονική δικαιοδοσία της νέας Εκκλησίας ως προς την διαποίμανση του λαού του κράτους της Βόρειας Μακεδονίας και του λαού της διασποράς («..., η Σερβική Ορθόδοξη Εκκλησία δεν την θέτει υπό όρους που περιορίζουν την κανονική δικαιοδοσία της και την ποιμαντική μέριμνα για τον πιστό Ορθόδοξο λαό της στην πατρίδα και στη διασπορά»).
Καταρχήν, η κανονική δικαιοδοσία εντός των γεωγραφικών ορίων του κράτους της Βόρειας Μακεδονίας είναι αυτονόητο, πως δεν δύναται να περιορισθεί, διότι το προβλέπουν οι ιεροί κανόνες. Συνεπώς, η σχετική διακήρυξη περί μη θέσεως περιορισμών επ’ αυτής είναι άνευ ουσίας και δεικνύει άγνοια των σχετικών κανονικών διατάξεων.
Περαιτέρω, η συμπερίληψη της διασποράς υπό την κανονική δικαιοδοσία της νέας Εκκλησίας είναι αντικανονική, διότι όπως προείπα, η κανονική δικαιοδοσία της νέας Εκκλησίας εκτείνεται εντός των γεωγραφικών ορίων του κράτους της Βόρειας Μακεδονίας. Πέραν αυτών υπάρχει παραβίαση ορίων κανονικής δικαιοδοσίας, αφού η ίδια η Σερβική Εκκλησία τα καθόρισε αυτά λίγο παραπάνω ως («τον κανονικό χώρο της προηγούμενης και ονομαζόμενης αυτόνομης Εκκλησίας του Σερβικού Πατριαρχείου μας του 1959»). Συνεπώς, το ίδιο το Πατριαρχείο Σερβίας αυτοαναιρείται, αφού περιλαμβάνει στα όρια κανονικής δικαιοδοσίας της νέας Εκκλησίας την διασπορά, δηλαδή τους εκτός των συνόρων του κράτους της Βόρειας Μακεδονίας πιστούς της, ενώ ταυτοχρόνως περιορίζει τα γεωγραφικά όρια της κανονικής δικαιοδοσίας της σε αυτά που ίσχυαν το 1959, δηλαδή στα γεωγραφικά όρια του κράτους των Σκοπίων.
Είναι, λοιπόν, σαφές, ότι η Σερβική Εκκλησία, όχι μόνο προέβη σε αντιποίηση της αρμοδιότητας παραχωρήσεως αυτοκεφάλου καθεστώτος, εκδίδοντας Πράξη, η οποία είναι διαδικαστικώς και τυπικώς ανυπόστατη, αλλά ταυτοχρόνως διέσυρε και επί της ουσίας τον θεσμό αυτόν, επιδεικνύοντας μέσα από το κείμενο του «Τόμου» την πλήρη άγνοια της περί του τρόπου καταρτίσεως ενός τέτοιου κειμένου αλλά και των όρων, που αυτό πρέπει να περιλαμβάνει, ματαιώνοντας τελικώς εξ ιδίων ενεργειών το σκοπό της «εκδόσεως» του ως ανωτέρω «Τόμου».
Το χείριστο, όμως, όλων κατά την γνώμη μου, είναι ότι δημιούργησε ένα απαράδεκτο κανονικώς προηγούμενο, το οποίο – εάν δεν διακοπεί άμεσα – μπορεί να αποτελέσει την θρυαλλίδα για δυσμενέστερες εξελίξεις στο μέλλον, εδραιώνοντας και παγιώνοντας στην πράξη ένα κανονικώς λάθος σύστημα παραχωρήσεως αυτοκεφάλου καθεστώτος, πριν αυτό συζητηθεί και καθορισθεί επισήμως.
Μετά ταύτα, τα δεδομένα έχουν ως εξής:
Α. Όσον αφορά στο Πατριαρχείο Σερβίας.
Ο Πατριάρχης Σερβίας και η Ιερά Σύνοδος του Πατριαρχείου Σερβίας υπερέβη τα όρια της κανονικής της δικαιοδοσίας, αντιποιούμενη την αρμοδιότητα άλλου συνοδικού οργάνου, δηλαδή της Αγίας και Ιεράς Συνόδου του Οικουμενικού Πατριαρχείου. Κατ’ αυτόν τον τρόπο επέδειξε χωρίς αμφισβήτηση αντικανονική συμπεριφορά, η οποία θα πρέπει να αξιολογηθεί από το αρμόδιο εκκλησιαστικό δικαιοδοτικό όργανο.
Β. Όσον αφορά στην Εκκλησία της Βόρειας Μακεδονίας.
Ο Προκαθήμενος της και τα μέλη της Συνόδου της, από την στιγμή που αποδέχθηκαν τον «Τόμο» περί αυτοκεφάλου, που εξέδωσε το Πατριαρχείο Σερβίας, βρίσκονται νομοκανονικώς στην ίδια θέση με τον Προκαθήμενο και τα μέλη της Ιεράς Συνόδου του Πατριαρχείου Σερβίας και υπέχουν την ίδια ευθύνη.
Περαιτέρω, μη αποποιούμενοι τον όρο «Μακεδονική Εκκλησία» είτε ως αποκλειστικό τίτλο είτε ως τμήμα του τίτλου τους, παραβιάζουν και την Συμφωνία των Πρεσπών, εκ της οποίας δεσμεύονται, παραλλήλως με το κράτος της Βόρειας Μακεδονίας.
Γ. Όσον αφορά στο Οικουμενικό Πατριαρχείο.
Η απόφαση της 9ης Μαΐου 2022, και ειδικότερα οι προβλέψεις αυτής σχετικώς με το όνομα και τα όρια της Εκκλησίας του κράτους της Βόρειας Μακεδονίας, έχει ισχύ και δεσμεύει το Οικουμενικό Πατριαρχείο μόνο για την περίπτωση, που η Εκκλησία αυτή επανεντάσσετο στην κανονική δικαιοδοσία του Πατριαρχείου Σερβίας. Τούτο σημαίνει, ότι η Εκκλησία αυτή θα έφερε το όνομα Αρχιεπισκοπή Αχρίδος και θα είχε ως όρια κανονικής δικαιοδοσίας τα γεωγραφικά όρια του κράτους της Βόρειας Μακεδονίας, εφόσον παρέμενε επαρχία του Πατριαρχείου Σερβίας, ανεξαρτήτως της εσωτερικής διοικητικής σχέσεως τους.
Από την στιγμή που η Εκκλησία αυτή αποδέχθηκε – έστω και αντικανονικώς – την παραχώρηση αυτοκεφάλου καθεστώτος από το Πατριαρχείο Σερβίας, εξεδήλωσε σαφώς και εμπράκτως την βούλησή της να μην επανενταχθεί στο Πατριαρχείο Σερβίας αλλά να αποχωρήσει από την κανονική δικαιοδοσία του και να ανεξαρτητοποιηθεί, συναινέσει μάλιστα του Πατριαρχείου Σερβίας. Υπό αυτές τις συνθήκες, οι δεσμεύσεις που απορρέουν από την απόφαση της 9ης Μαΐου 2022 δεν ισχύουν ούτε για την Εκκλησία του κράτους της Βόρειας Μακεδονίας αλλά ούτε και για το Οικουμενικό Πατριαρχείο. Πολλώ δε μάλλον, όταν η ίδια η Εκκλησία αυτή κατήργησε στην πράξη την ανωτέρω απόφαση, παραβιάζοντάς την κατά κόρον, ιδίως δια της συνεχούς χρήσεως μικτής επωνυμίας, στην οποία περιλαμβάνεται και ο όρος «Μακεδονική Εκκλησία».
Ούτως, σε περίπτωση που το Οικουμενικό Πατριαρχείο αποφασίσει να εκδώσει Πατριαρχικό και Συνοδικό Τόμο περί παραχωρήσεως αυτοκεφάλου καθεστώτος στην Εκκλησία αυτή, δύναται ιδίω δικαίω και κατ’ εύλογον και δικαίαν κρίσιν να προσδιορίσει εκ νέου:
- το όνομα αυτής, το οποίο δύναται να καθορισθεί ως Αρχιεπισκοπή Σκοπίων, όνομα το οποίο εχρησιμοποιείτο και στο παρελθόν (ως Μητρόπολη Σκοπίων). Ούτως θα αποφευχθεί και η χρήση του όρου «Μακεδονική Εκκλησία» και θα αποφευχθεί κατά συνέπεια και η παραβίαση της Συμφωνίας των Πρεσπών. Περαιτέρω, δε, θα εξαλειφθούν και οποιεσδήποτε αλυτρωτικές τάσεις, οι οποίες εκδηλώθηκαν ήδη όχι μόνον μέσω της χρήσεως του όρου «Μακεδονική Εκκλησία» αλλά και μέσω της συνδέσεως της Εκκλησίας αυτής με την ιστορική Αρχιεπισκοπή Αχρίδος και παρουσιάσεως της πρώτης ως ιστορικής συνέχειας της δεύτερης.
- τα γεωγραφικά όρια της νέας Εκκλησίας, τα οποία θα περιορισθούν σαφώς εντός των γεωγραφικών ορίων του κράτους της Βόρειας Μακεδονίας, αποκλειομένης της ασκήσεως κανονικής δικαιοδοσίας της νέας αυτής Εκκλησίας επί της «Διασποράς», η οποία πέραν της παραβιάσεως των ορίων κανονικής δικαιοδοσίας, όπως αυτή κατοχυρώνεται στους ιερούς κανόνες, υποδηλώνει και αλυτρωτικές τάσεις, επεκτείνοντας την μέριμνα της Εκκλησίας αυτής επί των απανταχού της γης «Μακεδόνων», δηλαδή και ημών.
Από την άλλη πλευρά, η επίλυση του θέματος με Πατριαρχικό και Συνοδικό Τόμο έχει ιδιαίτερα πλεονεκτήματα.
Οι προβλέψεις της αποφάσεως της 9ης Μαΐου 2022 περί το όνομα και τα γεωγραφικά όρια της κανονικής δικαιοδοσίας δημιουργούσαν πρωτίστως ηθική δέσμευση, καθόσον – για να είμαστε πραγματιστές – η αρμοδιότητα καθορισμού ονόματος και ορίων γεωγραφικής περιφέρειας για μια επαρχία εκκλησιαστική ανήκει στην σύνοδο, στην οποία υπάγεται η επαρχία αυτή. Και στην περίπτωση της Εκκλησίας του κράτους της Βόρειας Μακεδονίας, όσο αυτή παρέμενε υπό την κανονική δικαιοδοσία του Πατριαρχείου Σερβίας, αρμόδια για τα δύο αυτά θέματα ήταν η Ιερά Σύνοδος του Πατριαρχείου Σερβίας, τηρουμένων βεβαίως των ιερών κανόνων. Συνεπώς, η Ιερά Σύνοδος του Πατριαρχείου Σερβίας εδικαιούτο καταρχήν να ρυθμίσει τα δύο αυτά θέματα (όνομα και γεωγραφικά όρια) κατά το δοκούν, καθόσον επρόκειτο για εσωτερικό της θέμα αλλά πάντοτε εντός του πλαισίου των ιερών κανόνων, έχοντας όμως και αυτή την ηθική δέσμευση να σεβασθεί και να λάβει σοβαρώς υπόψιν την απόφαση της Αγίας και Ιεράς Συνόδου του Οικουμενικού Πατριαρχείου.
Αντιθέτως, οι αντίστοιχες για τα θέματα αυτά προβλέψεις του πιθανόν εκδοθησομένου Πατριαρχικού και Συνοδικού Τόμου δεν θα δύνανται να μεταβληθούν, παρά μόνο από τη εκδούσα Αρχή, δηλαδή την Ιερά Σύνοδο του Οικουμενικού Πατριαρχείου, εφόσον αυτή το επιθυμεί, και όχι μονομερώς και οποτεδήποτε από την Ιερά Σύνοδο της νέας Εκκλησίας.
Και τούτο διότι, ενώ στην πολιτική πραγματικότητα και στο Διεθνές Δίκαιο αναγνωρίζεται η αρχή το αυτοπροσδιορισμού, δηλαδή το δικαίωμα ενός λαού να καθορίζει ο ίδιος την ταυτότητά του, στην Ορθόδοξη Εκκλησία υπάρχει η αρχή του ετεροπροσδιορισμού, δηλαδή ο καθορισμός της ανεξαρτησίας μιας Εκκλησίας αποφασίζεται και διεκπεραιώνεται όχι από την ίδια αλλά από το Οικουμενικό Πατριαρχείο. Συνεπώς, εάν τμήμα του πληρώματος της Ορθόδοξης Εκκλησίας επιθυμεί τον «αυτοπροσδιορισμό» του, δηλαδή την αυτοκεφαλία του, δεν μπορεί να τον επιτύχει με δικές του πράξεις και ενέργειες, αλλά μόνον μέσα από τις διαδικασίες της Ορθόδοξης Εκκλησίας.
Όσες, δε, φορές επεσυνέβη ο «αυτοπροσδιορισμός» αυτός (όπως στις περιπτώσεις της Εκκλησίας της Βουλγαρίας, της Εκκλησίας της Ελλάδος κ.λ.π.), δεν έγινε αποδεκτός από τις λοιπές Ορθόδοξες Εκκλησίες, μέχρι που οι αντικανονικώς αυτοπροσδιορισθείσες Εκκλησίες ακολούθησαν την «κανονική οδό» και ζήτησαν επισήμως την ανακήρυξη είτε του αυτοκεφάλου είτε του αυτονόμου καθεστώτος τους από τους αρμόδιους θεσμούς, δηλαδή στην περίπτωση του αυτοκεφάλου, από το Οικουμενικό Πατριαρχείο, στην περίπτωση του αυτονόμου, από την Εκκλησία στην οποία υπάγονται.
Υπό αυτό το πρίσμα, ο καθορισμός από την Αγία και Ιερά Σύνοδο του Οικουμενικού Πατριαρχείου του ονόματος και των γεωγραφικών ορίων της κανονικής δικαιοδοσίας της νέας Εκκλησίας αποκλείει την αυτογνώμονα και μονομερή μεταβολή τους από την Εκκλησία στην οποία αυτά αφορούν, παρέχοντας τις απαραίτητες εγγυήσεις για την διατήρηση της κανονικής τάξεως και την τήρηση των όρων της Συμφωνίας των Πρεσπών.
Εν κατακλείδι:
α) ο τίτλος Αρχιεπισκοπή Σκοπίων επιτυγχάνει την σωστή διασύνδεση με την αείποτε Μητρόπολη Σκοπίων, αποκλείοντας ταυτοχρόνως την εσφαλμένη διασύνδεση με την Αρχιεπισκοπή Αχρίδος, η οποία όμως καταχρηστικώς έγινε τελικώς από την Εκκλησία της Βόρειας Μακεδονίας, δημιουργώντας το υπόβαθρο αλυτρωτικών τάσεων.
β) ο καθορισμός των ορίων του κράτους της Βόρειας Μακεδονίας ως ορίων κανονικής δικαιοδοσίας της νέας Εκκλησίας, αποκλειομένης της συμπεριλήψεως της «Διασποράς», εξαλείφει κάθε προοπτική στο μέλλον για εκδήλωση αλυτρωτικών τάσεων και διασφαλίζει την κανονικότητα.
Εάν ο πιθανόν εκδοθησόμενος Πατριαρχικός και Συνοδικός Τόμος περί αυτοκεφάλου της Εκκλησίας της Βόρειας Μακεδονίας θα περιλαμβάνει αυτούς τους όρους, τότε το βέβαιο είναι, ότι θα έχει επιλύσει οριστικώς το πρόβλημα με την νέα αυτή Εκκλησία, συμβαδίζοντας ταυτοχρόνως με το περιεχόμενο των ρυθμίσεων της Συμφωνίας των Πρεσπών και υποβοηθώντας την ορθή εφαρμογή της.
Υπόλοιπα άρθρα: Απόψεις
06 Ιουν 2023 - Ναυπάκτου Ιερόθεος: Η Τεχνητή Νοημοσύνη ως Τεχνητή Ευφυία
04 Ιουν 2023 - Η ετερότητα κατά την Πεντηκοστή και την παγκοσμιοποίηση
04 Ιουν 2023 - Το Πανάγιον Πνεύμα «ΟΛΟΝ ΣΥΓΚΡΟΤΕΙ ΤΟΝ ΘΕΣΜΟΝ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ»
03 Ιουν 2023 - «Ήχος ώσπερ φερομένης βιαίας πνοής και γλώσσαι ωσεί πυρός»
01 Ιουν 2023 - Της Εξουσίας η γένεση - (Άρχοντες και αρχόμενοι)